Σάββατο 20 Αυγούστου 2011

Ψάχνοντας το "σωματίδιο του Θεού"

Διαβάζω στο physics4u  ότι το CERN είναι κοντά στην ανακοίνωση του αιώνα σχετικά με την πηγή της μάζας του Σύμπαντος, εννοώντας την ύπαρξη του συνεχώς φευγαλέου μποζονίου Higgs. 
 Το υποθετικό σωματίδιο Χιγκς, που σύμφωνα με το Καθιερωμένο Μοντέλο στη φυσική αλληλεπιδρά με τα άλλα σωματίδια με τρόπο που τα τελευταία να εκδηλώνουν μάζα αδράνειας, ονομάστηκε «σωματίδιο του Θεού», γιατί τάχα είναι το πιο θεμελιώδες σωματίδιο. Κι όμως όλη η σύγχρονη φυσική δείχνει ότι όποτε κάποιο σωματίδιο θεωρήθηκε θεμελιώδες, νέες έρευνες ανακάλυψαν κάποια άλλα σωματίδια στα οποία μπορεί να διασπαστεί το ως τότε «θεμελιώδες». Ο διαλεκτικός υλισμός εδώ και πάνω από έναν αιώνα έχει επισημάνει, ότι η ύλη είναι οργανωμένη σε άπειρα επίπεδα συνθετότητας, άρρηκτα δεμένα μεταξύ τους.
Φυσικά και η περίφημη θεωρία της μεγάλης έκρηξης (BigBang) που τόσο βολεύει τους θρησκόληπτους περιμένει τη σειρά της, αφού κατά τη γνώμη της εκκλησίας επιβεβαιώνει τη "θεία δράση" για τη δημιουργία του σύμπαντος, μια και ο LHC θα μελετήσει ενέργειες που πλησιάζουν εκείνες που θεωρείται ότι υπήρχαν λίγο μετά τη «Μεγάλη Εκρηξη». Πρόκειται δηλαδή για το... «πείραμα του Θεού», που θα ανιχνεύσει τις... λεπτομέρειες της στιγμής της Δημιουργίας. 
Το μεγάλο στοίχημα λοιπόν είναι να επιβεβαιωθεί αυτό που αναφέρθηκε παραπάνω. Ότι δηλαδή  η ύλη είναι οργανωμένη σε άπειρα επίπεδα συνθετότητας, άρρηκτα δεμένα μεταξύ τους, όπως ο διαλεκτικός υλισμός εδώ και πάνω από έναν αιώνα έχει επισημάνει, άρα τα σωματίδια του Θεού θα αποδειχθούν ευσεβείς πόθοι των θρησκόληπτων.
 «Αν το μποζόνιο Χιγκς υπάρχει, το αργότερο μέχρι το τέλος του 2012 θα το έχουμε εντοπίσει. Αλλά αν τελικά δεν εντοπιστεί το συγκεκριμένο σωματίδιο αυτό δεν θα είναι μια αποτυχία, το αντίθετο θα έλεγα. Αν δεν εντοπιστεί μέχρι τότε αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει και έτσι θα πρέπει να αναζητήσουμε κάτι άλλο που να εξηγεί την ύπαρξη της μάζας στην ύλη» έχει αναφέρει σε πρόσφατη δήλωση του ο Ρολφ-Ντίτερ Χόιερ, γενικός διευθυντής του CERN
Στη συνέχεια ας δούμε ορισμένες ενδιαφέρουσες θεωρίες.


Η θεωρία της Κβαντικής βαρύτητας

Κοντά έναν αιώνα τώρα οι φυσικοί προσπαθούν να παντρέψουν την κβαντομηχανική, τη θεωρία που ερμηνεύει τον υποατομικό μικρόκοσμο, με τη σχετικότητα, τη θεωρία για - την κυρίαρχη στο μακρόκοσμο δύναμη - τη βαρύτητα. Ολες οι άλλες φυσικές δυνάμεις (πεδία) έχει γίνει εφικτό να συμπεριληφθούν σε μια ενοποιητική θεωρία. Για παράδειγμα, το ηλεκτρομαγνητικό πεδίο μπορεί να περιγραφεί κβαντομηχανικά από την κίνηση των φωτονίων. Ομως, όλες οι προσπάθειες να ερμηνευτεί η βαρυτική έλξη ανάμεσα σε δύο σώματα με όρους ενός κβαντικού βαρυτονίου προσέκρουσαν σε απειρισμούς (μαθηματικούς υπολογισμούς μεγεθών που τείνουν στο άπειρο). Μια νέα θεωρία που διατύπωσε πριν από δέκα μήνες ο Τσέχος φυσικός Πετρ Χόρζαβα, καθηγητής του πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Μπέρκλεϊ, δείχνει να αντιμετωπίζει το πρόβλημα των απειρισμών και να ενοποιεί κβαντομηχανική και σχετικότητα ως ισχύοντες φορμαλισμούς των φυσικών νόμων σε διαφορετική κλίμακα της υλικής πραγματικότητας.
Σύγκριση με τη σχετικότητα
Η θεωρία του Χόρζαβα που έχει συγκεντρώσει μεγάλο ερευνητικό ενδιαφέρον σε όλο τον κόσμο κάνει μια τομή στο χωροχρόνο, την αντίληψη για την ενότητα χώρου και χρόνου, που διατύπωσε ο Μινκόφσκι και χρησιμοποίησε ο Αϊνστάιν στη Γενική Θεωρία της Σχετικότητας. Ο Αϊνστάιν ανέτρεψε τη νευτώνεια αντίληψη ότι ο χρόνος είναι απόλυτος, ότι αποτελεί το υπόβαθρο μέσα στο οποίο γίνεται η κίνηση των σωμάτων στο χώρο. Ο χρόνος, πρότεινε, είναι μια τέταρτη διάσταση της φυσικής πραγματικότητας μαζί με τις τρεις διαστάσεις του χώρου, αδιάσπαστα αλληλένδετη μαζί τους, έτσι που διαμορφώνει το χωροχρονικό συνεχές, που παραμορφώνεται (καμπυλώνεται) από την ύλη.
Η θεωρία της Σχετικότητας έχει αποδειχτεί ότι ερμηνεύει με εκπληκτική ακρίβεια και προβλεψιμότητα τα φαινόμενα του μακρόκοσμου και γενικότερα έχει επιβεβαιωθεί πανηγυρικά τόσο από αστρονομικές παρατηρήσεις, όσο και από παρατηρήσεις στο εργαστήριο. Το πρόβλημα είναι ότι δεν μπορεί να περιγράψει τα συμβαίνοντα στο μικρόκοσμο, σε αντίθεση με την κβαντομηχανική, που χρησιμοποιεί όμως τη νευτώνεια αντίληψη του χρόνου.
Τα μυστικά του χωροχρόνου
Η λύση κατά τον Χόρζαβα είναι το σπάσιμο στις υψηλές ενέργειες των δεσμών που ενοποιούν το χώρο και το χρόνο. Στις ενέργειες αυτές, όπως στον υποατομικό κόσμο, κυρίαρχη είναι η κβαντική βαρύτητα, ενώ σε χαμηλότερες η γενική σχετικότητα αναδύεται και πάλι.
Στο μέχρι τώρα έλεγχο της επιστημονικής κοινότητας (δεκάδες δημοσιεύσεις και μια επιστημονική συνάντηση), η θεωρία του 46χρονου Χόρζαβα φαίνεται να στέκεται καλά, αντιμετωπίζοντας τους απειρισμούς και περιγράφοντας ένα βαρυτόνιο που δεν έχει εξωφρενικές ιδιότητες υπό ιδιαίτερες συνθήκες, όπως συμβαίνει με το βαρυτόνιο άλλων θεωριών κβαντικής βαρύτητας. Επιπλέον, η θεωρία του Χόρζαβα φαίνεται να είναι σύμφωνη με προσομοιώσεις της κβαντικής βαρύτητας σε υπολογιστή, καθώς ο έλεγχος τέτοιων θεωριών στο εργαστήριο είναι μάλλον αδύνατος. Στις προσομοιώσεις αυτές εμφανίζεται ένας ενιαίος τετραδιάστατος χωροχρόνος σε μεγάλες αποστάσεις, ενώ την ίδια στιγμή το σύμπαν φαίνεται να περιορίζεται σε δύο διαστάσεις στις πολύ μικρές αποστάσεις. Τι γίνονται οι επιπλέον διαστάσεις;
Ο Χόρζαβα θεωρεί ότι η μείωση των διαστάσεων σηματοδοτεί το σημείο όπου αναδύεται η γενική σχετικότητα μέσα από τη θεωρία του για τη βαρύτητα. Σε δημοσίευσή του σε επιστημονικό περιοδικό ένα μήνα μετά τη δημοσίευση για την κβαντική βαρύτητα, εξηγεί ότι σε μεγάλες ενέργειες ο χώρος εκτείνεται με ρυθμό μόλις ένα τρίτο του ρυθμού που εκτείνεται ο χρόνος, με αποτέλεσμα οι τρεις χωρικές διαστάσεις να εμφανίζονται μόνο σαν μία από τις κανονικές σχετικιστικές διαστάσεις, δηλαδή σα να χάθηκαν οι δύο από τις τρεις διαστάσεις του χώρου. Οπως σημειώνει στην εισαγωγή αυτής της μελέτης του, «μια άλλη ενδιαφέρουσα πιθανότητα είναι η φύση των τεσσάρων μακροσκοπικών διαστάσεων του χωροχρόνου να αλλάζει ποιοτικά καθώς αλλάζει η κλίμακα».
Για να εδραιωθεί η θεωρία κβαντικής βαρύτητας του Χόρζαβα πρέπει να διαπιστωθεί ότι συμβαδίζει με τις παρατηρήσεις για το φυσικό κόσμο το ίδιο καλά με τη θεωρία της σχετικότητας, αν όχι καλύτερα. Οι πρώτες δοκιμές όσον αφορά την κίνηση των πλανητών λένε ότι δίνει ανάλογα αποτελέσματα με τη σχετικιστική βαρύτητα.
Αχρηστες «Μεγάλη Εκρηξη», «σκοτεινή ύλη» και «σκοτεινή ενέργεια»
Σύμφωνα με ορισμένους φυσικούς, η βαρύτητα Χόρζαβα μπορεί να δώσει απαντήσεις και σε πολλές θεωρίες και ερμηνείες που (σ.σ. λόγω του ιδεαλιστικού, μεταφυσικού προσανατολισμού τους) άφηναν πολλά ερωτηματικά. Αν η βαρύτητα Χόρζαβα είναι πραγματική, τότε κατά τον Ρ. Μπραντενμπέργκερ, του πανεπιστημίου Μακ Γκιλ, δεν συνέβη ποτέ Μεγάλη Εκρηξη που δημιούργησε το σημερινό ορατό σύμπαν, αλλά αναπήδηση του αιώνια υπάρχοντος σύμπαντος από μια μορφή μεγάλης πυκνότητας ύλης στη σημερινή μορφή. Οι κυματισμοί από μια τέτοια αναπήδηση ενός σύμπαντος «ακορντεόν» συμβαδίζουν με τις μετρήσεις της κοσμικής ακτινοβολίας υπόβαθρου.
Κατά τον κοσμολόγο Σίντζι Μουκογιάμα του πανεπιστημίου του Τόκιο, υπό ορισμένες συνθήκες, το βαρυτόνιο μπορεί να παρουσιάσει διακυμάνσεις καθώς αλληλεπιδρά με την υπόλοιπη ύλη, κάνοντας τη βαρύτητα να είναι λίγο ισχυρότερη απ' ό,τι προβλέπει η γενική σχετικότητα. Αυτό το φαινόμενο θα έκανε τους γαλαξίες να φαίνονται σα να περιέχουν περισσότερη ύλη από αυτήν που είναι ορατή. Ετσι το εφεύρημα τύπου παγκόσμιου «αιθέρα» που πολλοί φυσικοί ονομάζουν «σκοτεινή ύλη», παύει να χρειάζεται για να ερμηνευτούν οι αστρονομικές παρατηρήσεις. Επιπλέον, σύμφωνα με το νοτιοκορεάτη κοσμολόγο Μου Ιν Παρκ, η βαρύτητα Χόρζαβα ίσως βρίσκεται πίσω και από την παρατηρούμενη επιτάχυνση της διαστολής του σύμπαντος, που σήμερα αποδίδεται σε μια άλλη μυστηριώδη οντότητα, τη «σκοτεινή ενέργεια». Η σχετικότητα δεν προβλέπει κάτι ανάλογο με τη «σκοτεινή ενέργεια», αλλά οι παρατηρήσεις που κάνουν ορισμένους επιστήμονες να υποθέτουν την ύπαρξή της ερμηνεύονται με τον πιο φυσικό τρόπο από τις εξισώσεις της βαρύτητας Χόρζαβα.
Αποχαιρετισμός στην ...«Κοπεγχάγη»
Σύμφωνα με άλλους επιστήμονες, αν η κβαντική βαρύτητα Χόρζαβα συνδυαστεί με τη θεωρία ντε Μπρολί - Μπομ, τότε επιπλέον εδραιώνεται μια στατιστική και άρα αιτιοκρατική ερμηνεία της κβαντομηχανικής και μια περιγραφή του μικρόκοσμου ανεξάρτητη από τον παρατηρητή, αφήνοντας στα άχρηστα την ιδεαλιστική ερμηνεία της Κοπεγχάγης και επιβεβαιώνοντας τη γνώμη του Αϊνστάιν και άλλων ότι η κβαντομηχανική όπως διατυπώθηκε στις αρχές του αιώνα είναι μια ατελής θεωρία.
Η νέα θεωρία κβαντικής βαρύτητας ούτε έχει ακόμα επιβεβαιωθεί απόλυτα, ούτε είναι πλήρης. Ο Ντ. Μπλας του Ομοσπονδιακού Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Λοζάνης εντόπισε μια σοβαρή αδυναμία, όταν διαπίστωσε πως ναι μεν η συμφωνία των προβλέψεων της θεωρίας με τις παρατηρήσεις για τα ουράνια σώματα είναι πολύ καλή όταν αυτά θεωρηθούν χοντρικά ως τέλειες σφαίρες, δίνει όμως τελείως διαφορετικά αποτελέσματα αν ληφθεί υπόψη το πραγματικό τους σχήμα. Ο Μπλας, μαζί με τους συναδέλφους του Μ. Σιμπιριάκοφ και Ο. Πουτζόλας δεν άργησαν να επαναδιατυπώσουν το φορμαλισμό της θεωρίας Χόρζαβα, ώστε να δίνει σωστά αποτελέσματα και σε αυτή την περίπτωση. Ο Χόρζαβα έκανε αποδεκτές τις διορθώσεις, τονίζοντας ότι δεν πιστεύει πως διατύπωσε με το πρώτο την τελική θεωρία.
Υπάρχουν αρκετοί επιστήμονες που παραμένουν επιφυλακτικοί, όπως ο Γκία Ντβάλι του CERN. Ωστόσο και αυτοί παραδέχονται ότι αν με παραπέρα επεξεργασία υπάρξει μια διατύπωση που δεν έχει παρενέργειες υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, τότε η νέα θεωρία θα πρέπει να αντιμετωπιστεί πολύ σοβαρά.
 _______________________________

Διάτρητο «μπάλωμα» της «Μεγάλης Εκρηξης»
Σύμφωνα με τη θεωρία της «Μεγάλης Εκρηξης», ο διαστημικός χώρος που παρατηρούμε σήμερα είχε όγκο ένα τετράκις εκατομμυριοστό του μεγέθους του ατόμου, όταν ξεκίνησε η πληθωριστική φάση. Στο τέλος της είχε μέγεθος νομίσματος! Στα δισεκατομμύρια χρόνια που ακολούθησαν, η διαστολή συνεχίστηκε με πιο ήπιο ρυθμό, επιτρέποντας το σχηματισμό των γαλαξιών
Η θεωρία της «Μεγάλης Εκρηξης» («Big Bang») είναι μια κοσμολογική θεωρία που αρχικά διατυπώθηκε για να εξηγήσει πώς προέκυψε η σημερινή όψη του ορατού σύμπαντος. Ως φυσική θεωρία υποχρεούται να στηρίζεται στους φυσικούς νόμους, στη φυσική πραγματικότητα. Ομως, η θεωρία αυτή πάσχει εξαρχής, καθώς δέχεται ως αρχή του παρατηρούμενου σήμερα σύμπαντος μια σημειακή ανωμαλία μηδαμινού μεγέθους και άπειρης πυκνότητας, ένα θεωρητικό κατασκεύασμα το οποίο δεν έχει παρατηρηθεί ποτέ και πουθενά στη φύση και στο οποίο εξ ορισμού δεν ισχύουν οι φυσικοί νόμοι. Πέρα από κάθε επιστημονικό δεδομένο είναι και η αντίληψη για ύπαρξη του χώρου και του χρόνου σε μια σφαίρα, έξω από την οποία σύμφωνα με τη θεωρία επίσης δεν ίσχυαν (και δεν ισχύουν) οι φυσικοί νόμοι.
Κατά πως συμβαίνει συνήθως στον καιρό της κυριαρχίας της αστικής τάξης και της ιδεολογίας της, του ιδεαλισμού (με τις κλασικές παραλλαγές του και τη σύγχρονη, τη νεοθετικιστική), η θεωρία της «Μεγάλης Εκρηξης» στρεβλώθηκε σε μια μορφή θεολογίας. Η «αρχή», που υποθέτει, παρουσιάζεται ως η στιγμή της Δημιουργίας, ενώ η προέκταση της θεωρίας στο χρόνο από ορισμένους επιστήμονες καταλήγει στο θάνατο του σύμπαντος, στην κατάργηση της κίνησης της ύλης. Επιπλέον, τα κενά της θεωρίας και οι ατελείς προσθήκες και τροποποιήσεις που έγιναν σ' αυτήν, στην προσπάθεια να ερμηνευτούν οι νέες αστρονομικές παρατηρήσεις, παραδόξως μένουν σχεδόν στα αζήτητα της επιστημονικής διερεύνησης.
Περί πληθωρισμού...
Πριν από 30 χρόνια, ο Αλαν Γκουθ εισήγαγε την έννοια του «πληθωρισμού» στο λεξιλόγιο της κοσμολογίας. Ο όρος αναφέρεται σε μια σύντομης διάρκειας εκρηκτική διαστολή του νεογέννητου σύμπαντος, που υποτίθεται ότι συνέβη τις πρώτες στιγμές της «Μεγάλης Εκρηξης». Σύμφωνα με τον Γκουθ, η πληθωριστική φάση μπορούσε να γεμίσει ένα κενό της αρχικής θεωρίας, κατά την οποία το σύμπαν επεκτείνεται και ψύχεται διαρκώς εδώ και 13,7 δισεκατομμύρια χρόνια. Αυτή η διαδικασία διαστολής και ψύξης μπορεί να ερμηνεύσει πολλά από τα χαρακτηριστικά του ορατού τμήματος του σύμπαντος, αλλά με μια προϋπόθεση: το σύμπαν έπρεπε να αρχίσει να διαστέλλεται με πολύ συγκεκριμένες αρχικές συνθήκες. Για παράδειγμα έπρεπε να είναι εξαιρετικά ομοιογενές, με ανεπαίσθητες διαφοροποιήσεις στην κατανομή της ύλης και της ενέργειας. Επιπλέον, το σύμπαν έπρεπε να είναι γεωμετρικά επίπεδο, δηλαδή οι καμπύλες και οι παραμορφώσεις του χώρου να μην καμπυλώνουν την πορεία των ακτίνων φωτός και των κινούμενων αντικειμένων.
Γιατί, όμως, το πρωτόλειο σύμπαν να ήταν τόσο ομοιόμορφο και επίπεδο. Αυτές οι αρχικές συνθήκες είναι μάλλον απίθανες, είναι ειδικές περιπτώσεις στην απειρία του φάσματος πιθανών αρχικών συνθηκών. Αυτό το κενό προσπάθησε να καλύψει η ιδέα του Γκουθ: Ακόμα κι αν το σύμπαν ξεκίνησε με ανισοκατανομή της ύλης και της ενέργειας και μη κανονικό σχήμα, μια απότομη, εκρηκτική διόγκωσή του θα μπορούσε να διασπείρει την ύλη και την ενέργεια ομογενοποιώντας το. Από τη στιγμή που τελείωσε αυτή η πληθωριστική φάση ανάπτυξης, το σύμπαν θα συνέχιζε να επεκτείνεται με τον πιο ήρεμο ρυθμό της αρχικής θεωρίας της «Μεγάλης Εκρηξης», έχοντας πια τις κατάλληλες συνθήκες, ώστε τα άστρα και οι γαλαξίες να εξελιχθούν στην κατάσταση που τα παρατηρούμε σήμερα.
Η λύση ήταν ευρηματική και η μεγάλη πλειοψηφία των κοσμολόγων τη διδάχθηκε και τη διδάσκει ως αποδεδειγμένο γεγονός. Ομως, στα 30 χρόνια που πέρασαν από τη διατύπωση της θεωρίας της πληθωριστικής φάσης, προέκυψαν αλληλοσυγκρουόμενα δεδομένα. Προς έκπληξη του Πολ Στάινχαρντ, διευθυντή του Κέντρου Θεωρητικής Φυσικής του Πανεπιστημίου του Πρίνστον, μέλους της Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ και βραβευμένου με το μετάλλιο P.A.M. Dirac του Διεθνούς Κέντρου Θεωρητικής Φυσικής, τα ευρήματα που είναι αντίθετα με την πληθωριστική φάση και κατ' επέκταση με τη θεωρία της «Μεγάλης Εκρηξης» αγνοήθηκαν από τη μεγάλη πλειοψηφία των επιστημόνων. Οι περισσότεροι περιορίζονται να εφαρμόζουν τις προβλέψεις της πληθωριστικής «Μεγάλης Εκρηξης», αδιαφορώντας για τα βαθύτερα ζητήματα και κενά της, ελπίζοντας ότι τελικά θα αντιμετωπιστούν. Εξαίρεση αποτελεί μια μικρή ομάδα επιστημόνων που εδώ και δεκαετίες αναζητά - χωρίς αποτέλεσμα - λύσεις στα ζητήματα αυτά, μεταξύ αυτών και ο ίδιος ο Στάινχαρντ, παρότι έχει συμβάλει σημαντικά στην ανάπτυξη της πληθωριστικής θεωρίας της «Μεγάλης Εκρηξης».
Η φούσκα έσκασε
Η αμφισβήτηση της «πληθωριστικής» φάσης ξεκίνησε από τη συνειδητοποίηση ότι για την επίτευξη με αυτόν τον τρόπο της παρατηρούμενης κατανομής θερμοκρασιών στο ορατό σύμπαν, μια αριθμητική παράμετρος του πληθωριστικού φαινομένου έπρεπε να είναι ακριβής μέχρι 15 δεκαδικά ψηφία. Αν ήταν έστω και λίγο διαφορετική, το σύμπαν θα ήταν από λίγο έως πολύ διαφορετικό σε σχέση με αυτό που παρατηρούμε. Ο «κακός» πληθωρισμός δεν είναι απλώς πιο πιθανός από αυτόν που υποτίθεται ότι συνέβη, αλλά, όπως έδειξε ο Ρότζερ Πένροουζ, η έλλειψη πληθωριστικής διαστολής είναι ακόμα πιο πιθανή τόσο από τον «καλό» όσο και από τον «κακό» πληθωρισμό. Μάλιστα είναι 10 με εκατό μηδενικά πιο πιθανή!
Η ταύτιση των αστρονομικών παρατηρήσεων με τις προβλέψεις της «πληθωριστικής» φάσης της «Μεγάλης Εκρηξης» υπονομεύτηκε καθοριστικά από τη διαπίστωση του Αντρέι Λίντε, ότι από τη στιγμή που αρχίσει η πληθωριστική διαστολή δεν μπορεί να σταματήσει ποτέ. Οι κβαντικές διακυμάνσεις θα καθυστερήσουν λίγο το τέλος της πληθωριστικής διαστολής σε κάποιες περιοχές του σύμπαντος, αρκετά ώστε αυτές οι περιοχές να «φουσκώσουν», εγκλωβίζοντας τις περιοχές «φυσιολογικής» διακοπής της πληθωριστικής φάσης. Επιπλέον, οι πληθωριστικά «άτακτες» περιοχές μπορούν να δημιουργήσουν νέα σημεία «εκτός προδιαγραφών», με αποτέλεσμα την αναπαραγωγή του φαινομένου επ' άπειρον. Παραλλαγή του προβλήματος εμφανίζεται και στις ίδιες τις σταθερές περιοχές, που μπορούν να έχουν κάθε λογής φυσικά χαρακτηριστικά. Οπως είχε συνειδητοποιήσει ο ίδιος ο Γκουθ: «Σε ένα αιώνια πληθωριστικά διαστελλόμενο σύμπαν, οτιδήποτε μπορεί να συμβεί θα συμβεί. Και μάλιστα θα συμβεί μια απειρία φορές». Ομως μια θεωρία που προβλέπει τα πάντα, δεν προβλέπει τίποτα.
Η προσπάθεια να διαμορφωθούν επιστημονικές θεωρίες όχι για την εξέλιξη που οδήγησε στη σημερινή μορφή του παρατηρούμενου φυσικού κόσμου, αλλά για την προέλευση της ίδιας της φυσικής πραγματικότητας, όπου εξ ορισμού η επιστήμη της φυσικής (και όλες οι επιστήμες) δεν έχει εφαρμογή, οδηγεί σε παραδοξότητες, αντιεπιστημονικές παραδοχές και τελικά στην προβολή θεολογικών αξιωμάτων στη φυσική πραγματικότητα. Το πεπερασμένο του χώρου ή του χρόνου, η ανυπαρξία κίνησης της ύλης δεν έχουν επιβεβαιωθεί ποτέ και σε κανέναν τομέα της αντικειμενικής πραγματικότητας. Η αυθαίρετη παραδοχή τους ως γεγονός και τελικά η κατάργηση των φυσικών νόμων στο όνομα των ίδιων των φυσικών νόμων, είναι μη επιλύσιμη αντίφαση και δεν έχει να κάνει με την επιστήμη. Η ύπαρξη της φυσικής πραγματικότητας είναι αντικείμενο κοσμοθεωρίας όχι επιστήμης.
Επιμέλεια:
Σταύρος ΞΕΝΙΚΟΥΔΑΚΗΣ
Πηγή: «Scientific American»

Δεν υπάρχουν σχόλια: